Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011

Αδριανούπολις και η γύρω περιοχή το 1815

Αδριανούπολις και η γύρω περιοχή το 1815
(Περιήγηση απ΄τον Αδριανουπολίτη Άγιο Πατριάρχη Κύριλλο Στ΄)

                      
Ο Αδριανουπολίτης Άγιος Κύριλλος (Κων/νος Σερπετζόγλου), Μητροπολίτης Ικονίου -1803-, Αδριανουπόλεως -1810-, και μετέπειτα -1813- Οικουμενικός Πατριάρχης, στο βιβλίο του με τίτλο Ιστορική περιγραφή (εκτυπώθηκε το 1815 στην Κωνσταντινούπολη) του προεκδοθέντος χωρογραφικού πίνακος του Ικονίου (εκτυπώθηκε το 1812 στη Βιέννη με επιστασία του Ανθίμου Γαζή) περιλαμβάνει πολυτιμότατη περιγραφή της ευρύτερης περιοχής Αδριανούπολης, μα και της ιδίας, η οποία παρατίθεται παρακάτω:
 « Η Αδριανούπολις εκαλείτο το πάλαι Ορεστιάς, από Ορέστου του υιού του Αγαμέμνονος, έπειτα κτισθείσα και αυξηθείσα υπό του αυτοκράτορος των Ρωμαίων Αδριανού Αιλίου γαβρού του Τραϊανού, ωνομάσθη Αδριανούπολις και Αιλία ΄κείται εν τω μέσω σχεδόν της Ρωμανίας (Ρούμελι κοινώς, ο εστί γη των Ρωμαίων) εικοσιτέσσαρας ώρας αφισαμένη από τε του Ευξείνου πόντου, από της μεσογείου θαλάσσης, και από της Προποντίδος ΄παράκειται εις την σύρροιαν του Έβρου (Μαρίτζας), του Τάξου (Τούντζας) και της Άρτας (Αρτίσκου) των ποταμών. Αφίσταται της Κωνσταντινουπόλεως προς δυσμάς ώρας τεσσαράκοντα τέσσαρας, της Φιλιππουπόλεως προς Ανατολάς ώρας τριάκοντα δύο ’ εις το από της Κωνσταντινουπόλεως έως της Αδριανού διάστημα, παρεμπίπτουσι κωμοπόλεις και πολίχνια ταύτα,  ο Μικρός Τσεκμετζές, το Μικρό Ζεύγμα λεγόμενον, όπου γίνεται κόλπος θαλάσσιος, εις ον εισβάλλει ο Ρήγιος λεγόμενος ποταμός ΄ ο Μέγας Τσεκμετζές, το Μέγα Ζεύγμα λεγόμενον, όπου είναι άλλος μείζων κόλπος θαλάσσιος, εις ον εισρέει ο Αθύρας ποταμός. Απέναντι Τσεκμετζέ εις το παραθαλάσσιον επάνω εις μίαν ακτήν είναι χώρα Καλικράτεια λεγομένη, και εις το μεσόγειον εις την άκραν της λίμνης είναι αι Μέτραι (επισκοπή) και ανώτερα άλλα δύο χωρία, δύο ώρας έμπροσθεν εις το παραθαλάσσιον είναι κόμη μικρά Κέμ Μπουργάζι και έτι δύο ώρας είναι χώρα μεγάλη κατοικουμένη υπό Χριστιανών Επιβάται λεγομένη. Έπειτα δύο ώρας είναι η Συλήβρια Ευδοξιούπολις τοπάλαι κωμόπολις, μετρία εις το παραθαλάσσιον της Προποντίδας, είτα είναι εις το μεσόγειον χωρίον τούρκικον λεγόμενον Κινικλί, και εφεξής έπεται η κωμόπολις Τυρουλώη, κοινώς Τζορλού, αρκετά μεγάλη, πλήθος αμπέλων έχουσα περί εαυτήν. Είτα κατά το μέσον της οδού πλαγίως ωσεί λίθου βολήν, είναι πολίχνιον τούρκικον ονομαζόμενον Καριστηράν, με ξενοδοχείον μολυβδοσκέπαστον΄ έπειτα είναι το Λουλέ Μπουργάζι, λεγόμενον, δια τους εν αυτώ δουλευομένους χρυσούς λουλέδες Αρκαδιούπολις τοπάλαι ονομαζόμενον, κωμόπολις μετρία, έχει και εν μικρόν φρούριον. Τέσσαρας ώρας έμπροσθεν είναι το Μπαμπά Εσκί και πέντε ώρας έτι πολύχνιον Χαυσά λεγόμενον και άλλαι πέντε ώραι μένουσι έως Αδριανού.
Η έκτασις αύτη όλη ως επί το πλείστον είναι πεδινή έχουσα κατά μέρος ανάντεις τύπους και κατάντεις ως ράχεις τινάς, μη αρμόζοντος όλους εις αυτάς του βουνού ονόματος΄ ευρίσκονται εν τω μέσω και ρύακες και χείμαρροι πολλοί οίτινες εν χειμώνι πλημμυρούντες  μίαν και δύο ημέρας πολλάκις, κωλύουσι την διάβασιν των οδιτών. Ο επισημότερος τούτων είναι ο Αγριάνης ποταμός, Έργενα κοινώς, όστις ρέει μεταξύ Τζορλούς και Μπουργαζίου και δια πετρίνης γεφύρας διοδεύεται.
Είναι περί την Αδριανού πολίσματα και κωμοπόλεις διάφορα, το Διδυμότειχον εξ ώρας προς μεσημβρίαν, επί λόφου τινός ιδρυμένον με οχυρώτατον φρούριον, ου μακράν του Έβρου ποταμού, παραρρέει δε αυτώ ο Κιζίλ  Δελί ποταμός και εισβάλει εις τον Έβρον. Ένδεκα ώρας προς βορειοανατολικόν αυτής κείται κωμόπολις λεγομένην Τεσσαράκοντα Εκκλησίαι καίτοι μηδεμίαν έχουσα, Καρποδαίμων τοπάλαι επιφημιζομένη, ατείχιστος παντελώς. Εις την αριστεράν όχθη του Έβρου ολίγον ανωτέρω ωσεί δύο ώρας είναι πόλισμα Ουζούν Κιοπρού λεγόμενον, ήτοι Μακρά Γέφυρα με εκατόν ογδοήκοντα καμάρας, υφ΄ην ρέει ο ανωτέρω ρηθείς Αγριάνης ποταμός, αφίσταται δε αύτη οκτώ ώρας από Αδριανού.
         Προς δυσμάς εξ ώρας είναι πόλισμα Μουσταφά Πασά λεγόμενον, εις την αριστεράν όχθην της Μαρίτζας. Δέκα ώρας μακράν επάνω εις την αριστεράν  όχθην του Τάξου ποταμού (Τούντζας) είναι μέτριον πόλισμα Ιαννούπολις και κοινώς Γιάμπολι λεγόμενον. Εξ ώρας εκείθεν προς δυσμάς είναι κωμόπολις Μεγάλη Σιλίμνος λεγομένη, εις τας υπωρείας σχεδόν του Αίμου (Κοτζά Μπαλκάνι τουρκιστί) εν επιπέδω τόπω, περιρρεομένη από τους  εκ των υπερκειμένων αυτή ορέων καταρρέοντας χειμάρρους και ρύακας, όπου δουλεύονται διάφορα μάλινα υφαντά, αμπάδες, δηλαδή, κάπαις, τσιφτίκια δια σκεπάσματα, ωραία πράγματα. Η κωμόπολις αύτη είναι ωραία και πλήθουσα παντοίου είδους εδωδίμων και πολλών οπωρών, περί εαυτάς αυτή τε και η Γιάμπολις έχει και άθροισα χωρίων ουκ ευαρίθμων, αυτή η Σιλίμνος είναι το έσχατον τέρμα της επαρχίας Αδριανουπόλεως προς δυσμάς, καθώς και το αρκτικόν αυτής προς ανατολάς, είναι το Λουλέ Μπουργάζι. Η απόστασις αυτών απ΄αλλήλων είναι ωρών τριάκοντα οκτώ, τα δε λοιπά χωρία του καζά της Αδριανού, μετρούνται υπέρ τα τριακοσία οθωμανικά και Βουλγάρικα, εν οις ολιγάριθμα και Ρωμαϊκά, ομιλούντα την καθ΄ημάς κοινήν καθωμιλημένην των Γραικών γλώσσαν.
Είπωμεν δε τινά και ιδίως περί της Αδριανού αύτη εστίν ωραία πόλις, δευτέρα μετά την Κωνσταντινούπολιν μετρουμένη και κατά την ωραιότητα και κατά το μέγεθος, έχει πλήθος ανθρώπων, οικητόρων περίπου εκατόν και είκοσι χιλιάδες. Οι οικήτορες αυτής είναι Χριστιανοί Ρωμαίοι πέντε χιλιάδες οσπήτια, Αρμένιοι και Εβραίοι ομού έως χίλια οσπήτια, το δε λοιπό πλήθος όλοι Οθωμανοί, και ολίγιστοι έποικοι Φράγγοι Ευρωπαίοι πραγματευταί.
Η θέσις της πόλεως είναι εν επιπέδω ευρυάγυιος δια τας φορτηγούς άμαξας, έχει κήπους περί αυτήν λαχανηφόρους και καρποφόρους, αμπέλους πανταχόθεν πολλάς, και τοποθεσίας  τερπνοτάτας εις τας όχθας των παραρρεόντων ποταμών, έχει γεφύρας επ΄αυτοίς λιθίνας αξιολόγους, οικοδομάς μεγαλοπρεπείς των Τούρκων, ωσεί  τζάμια, χάνια, αγοράς, όλα μολυβδοσκέπαστα, όπου, ερίζουσι και αμιλλώνται σχεδόν με τας οικοδομάς της Κωνσταντινουπόλεως και εις την ωραιότητα και εις την αρχιτεκτονικήν.
 Έχει περίβολον κάστρου εν τω μέσω με πύλας σιδηράς οκτώ, κλειομένας την νύκτα, εκτός του κάστρου δε είναι όλα  προάστεια ευρυχωρότατα, οικίαι καλαί και μεγάλαι, φόροι, αγοραί και άλλαι οικοδομαί, αίτινες δεικνύουσι το μέγεθος και την καλλονήν της πόλεως.
Προς βόρειον της πόλεως είναι παλάτιον βασιλικόν, εις την όχθην του Τάξου ποταμού, με λαμπράς οικοδομάς, πλην σεσαθρωμένας και με απέραντον ευρυχωρίαν, και άλλα διάφορα αρχεία και πρυτανεία εις διάφορα μέρη της πόλεως, καθ΄ότι οι πάλοι Βασιλείς των Οθωμανών εις επί το πλείστον εις  αυτήν, ως τερπνοτέραν διέτριβον, ασχολούμενοι εις πολέμους και εν κυνηγεσίας  τα πολλά, ων μάλιστα ευπορεί ο τόπος.
Εις τους ποταμούς αυτής ευγαίνουν οψάρια κάλλιστα και πολλά, λάβρακες, στούκαι, σώμοι (γουλιανοί), σαζάνια, μιρσίνια (τζίγαις κοινώς) και άλλα διάφορα είδη μικρά και εγχέλεις σπανίως. Όρη και βουνά επίσημα δεν έχει, παρά χαμόβουνα τινά και ράχεις, προς ανατολάς έως δύο ώρας από το μέρος της Κωνσταντινουπόλεως είναι τοιούτοι και λέγονται κοινώς Καρά Μπαΐρι, είναι και πλησίον απ΄ανατολών και δυσμών αυτής ωσεί ημίσειαν ώραν απέχοντες δύο λόφοι ων  ο μεν προς ανατολάς κείμενος λέγεται Μπουτζούκ Τεπές, ο δε προς δυσμάς Χιδιρλίκ Τεπεσί.
Έχει εκτός των κεκαυμένων, δέκα εκκλησίας, όπου λειτουργούνται αδιακόπως, εν αις η της Μητροπόλεως επ΄ονόματι της κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου είναι η μείζων απασών και ωραιοτέρα, είναι οικοδομή αυτής δρομική τρισυπόστατος, φωτεινή, υψηλή, και όλη εζωγραφισμένη, πλλά μεγάλη και ευπρεπεστάτη εις τρόπον όπου δεν ευρίσκεται εις όλην την επικράτειαν μεταξύ των παλαιών εκκλησιών ωραιοτέρα εκκλησία.
Οι παραρρέοντες τρεις ποταμοί, δινούμενοι και περιειλούμενοι εις τα πέριξ την Αδριανού μέρη, σχηματίζουσι διαφόρους νήσους, εν αις ευρίσκονται τοποθεσίαι τερπαί και άρουαι εύφοροι και κήποι καρποφόροι και χωρία πολλά εν οις τα πρώτα φέρει το Καραγάτζι χωρίον κείμενον εις την σύρροιαν του Έβρου και Αρτίσκου των ποταμών, ωσοί τρία τέταρτα απέχον της Αδριανού προς δύσιν. Έχει ύδατα κάλιστα από φλεβών δι΄υπονόμων ερχόμενα του Αρτίσκου ποταμού εν ω ευρίσκονται και ψήγματα ως λέγουσι χρυσού και είναι το ύδωρ αυτού ελαφρόν και υγιεινόν, ο αήρ αυτού εύκρατος και υγιεινός, έχει κήπους και αμπέλους, και άλλας διατριβάς ωραίας, όθεν και εν θέρει εν εκείνω ποιούσι την οίκησιν τόσον οι ξένοι ευρωπαίοι, όσον και άλλοι ευπατρίδαι διαφόρου γένους.»